χθιζον

χθιζον
    χθιζόν
    (τό) adv. Hom., Plut. = χθιζά См. χθιζα

Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "χθιζον" в других словарях:

  • χθιζόν — χθιζός of yesterday masc acc sg χθιζός of yesterday neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • χθιζά — Α.επίρρ. χθες. [ΕΤΥΜΟΛ. Οι τ. χθιζά, χθιζόν, χθιζός έχουν σχηματιστεί από το επίρρ. χθες, εμφανίζουν, όμως, τον δυσερμήνευτο φωνηεντισμό ι (για προσπάθειες ερμηνείας βλ. λ. χθες), ενώ προβλήματα γεννά και ο καθορισμός τών μεταξύ τους σχέσεων,… …   Dictionary of Greek

  • χθιζός — και χθισδός, ή, όν, Α 1. χθεσινός («ἦλθε ποτε χθιζῆς μέθης ἀποπνέων», Πλούτ.) 2. (το ουδ. στον εν. και στον πληθ. χωρίς άρθρ. ως επίρρ.) χθιζόν και χθιζά χθες. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. χθιζά] …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»